περιγραφές και πληροφορίες για όλες τις γηγενείς, ελληνικές και διεθνείς ποικιλίες σταφυκλιών που συναντάμε στον ελληνικό αμπελώνα

Κοτσιφάλι

Το Κοτσιφάλι είναι ερυθρή ποικιλία που καλλιεργείται κυρίως στην Κρήτη και σποραδικά στις Κυκλάδες. Είναι η πιο πολυφυτεμένη ποικιλία στην Κρήτη και κυρίως στην περιοχή του Ηρακλείου.

Διακρίνεται για την υψηλή περιεκτικότητα του σε αλκοόλ και το πλούσιο αρωματικό του δυναμικό. Έχει όμως ελαφρύ χρώμα, μέτρια οξύτητα και σχετικά χαμηλό επίπεδο τανινών. Έτσι πολλές φορές αναμιγνύεται με άλλες ποικιλίες με πιο έντονο χρώμα, περισσότερες τανίνες και οξύτητα, με συνηθέστερη το Μανδηλάρι, με σκοπό την παραγωγή πιο ‘ολοκληρωμένων’ κρασιών. Εκτός από τα χαρμάνια με την Μανδηλαριά, είναι πολύ δημοφιλής συνδυασμός και αυτός με το Syrah.

Αν και παλαιότερα το συναντούσαμε σχεδόν αποκλειστικά σε χαρμάνια, τα τελευταία χρόνια συναντάμε και μονοποικιλιακά κρασιά με ευχάριστα αρώματα δαμάσκηνου, κόκκινων φρούτων και λουλουδιών, ‘μαλακά’ στο στόμα και δυνατότητα να εξελιχθούν για 4-5 χρόνια στην φιάλη.

Το Κοτσιφάλι συμμετέχει στα ερυθρά ξηρά κρασιά Π.Ο.Π. Πεζά, Π.Ο.Π. Χάνδακας-Candia και Π.Ο.Π. Αρχάνες μαζί με την Μανδηλαριά.

Δαφνί

Το Δαφνί είναι μια από τις αρχαιότερες λευκές ελληνικές ποικιλίες που καλλιεργείται στην Κρήτη και κυρίως στην περιοχή του Ηρακλείου. Η ποικιλία είχε σχεδόν εξαφανιστεί την δεκαετία του 80. Η αναβίωση της οφείλεται κυρίως στο Κτήμα Λυραράκη που μελέτησε την ποικιλία και αφιέρωσε μέρος του ιδιόκτητου αμπελώνα στην καλλιέργεια της. Σήμερα μετά από πολλούς πειραματισμούς παράγονται εξαιρετικά κρασιά κάνοντας πολύ κόσμο να μιλά για μια χαρισματική ποικιλία.

Είναι μια όψιμη ποικιλία που όπως υπαγορεύει και το όνομα της, τα κρασιά εμφανίζουν έντονα αρώματα δάφνης αλλά και λευκόσαρκων φρούτων, μέτριο σώμα, μέτριο επίπεδο αλκοόλης και επίγευση γλυκών αρωμάτων. Η δυνατότητα παλαίωσης των κρασιών από Δαφνί εξερευνάτε ακόμα.

Θραψαθήρι

Το Θραψαθήρι είναι μια λευκή ποικιλία που λόγω της αντοχής του στην ξηρασία καλλιεργείται σε όλη την Κρήτη με τα καλύτερα παραδείγματα να έρχονται από την περιοχή του Λασιθίου. Τα κρασιά από Θραψαθήρι εμφανίζουν μέτριο προς γεμάτο σώμα, με μέτρια επίπεδα αρωμάτων που θυμίζουν εσπεριδοειδή και βότανα.

Η ποικιλία χρειάζεται ιδιαίτερα προσεκτική μεταχείριση κατά την οινοποίηση γιατί οξειδώνεται εύκολα. Συμμετέχει στα λευκά κρασιά ΠΟΠ Σητεία μαζί με την Βηλάνα και σε πολύ μικρά ποσοστά στην ΠΟΠ Χάνδακας Candia και στην ΠΟΠ Malvasia Χάνδακας Candia.

Λημνιό

Το Λημνιό είναι μια ερυθρή ποικιλία που καλλιεργείται στην Μακεδονία και ιδιαίτερα στην Χαλκιδική, στην Θράκη, στην Θεσσαλία και στην Λήμνο. Θεωρείται μία από τις αρχαιότερες Ελληνικές ποικιλίες που πιθανότατα προέρχεται από την Λήμνο, όπου καλείται Καλαμπάκι. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα το Λημνιό κυριαρχούσε στην Λήμνο, το 2000 όμως κάλυπτε μόνο το 10% του αμπελώνα. Τα τελευταία χρόνια οι φυτεύσεις του αρχίζουν να αυξάνονται και πάλι, τόσο στην Λήμνο όσο και στις υπόλοιπες περιοχές όπου καλλιεργείται.

Δίνει ευχάριστα κρασιά με μέτριο αλκοόλ, μέτριο σώμα, μέτρια προς υψηλή οξύτητα, μαλακές τανίνες και αρώματα που θυμίζουν κόκκινα φρούτα, γλυκά μπαχαρικά και βότανα. Δείχνει να επωφελείται με την σύντομη παραμονή του σε δρύινα βαρέλια και να έχει την δυνατότητα να εξελίσσεται για μερικά χρόνια στην φιάλη. Πολύ συχνά το συναντάμε σε χαρμάνια με άλλες ποικιλίες γηγενείς αλλά και διεθνείς.

Το Λημνιό δίνει τα ερυθρά ξηρά Π.Ο.Π. Λήμνος, συμμετέχει στα ερυθρά γλυκά Π.Ο.Π. Λήμνος μαζί με το Μοσχάτο Αλεξανδρείας και στα ερυθρά ξηρά κρασιά Π.Ο.Π. Πλαγιές Μελίτωνα μαζί με τις διεθνείς ποικιλίες Cabernet Sauvignon και Cabernet Franc.

Λημνιώνα

Η Λημνιώνα είναι μια γηγενής ποικιλία της Θεσσαλίας και ιδιαίτερα της περιοχής του Τυρνάβου. Η προσπάθειες για την αναβίωση και την ανάδειξη της ποικιλίας ξεκίνησαν το 2000 κυρίως από το Οινοποιείο Ζαφειράκη και ακολούθησαν και άλλοι παραγωγοί. Τώρα υπάρχουν περίπου 200 στρέμματα αμπελώνων φυτεμένα με Λημνιώνα.

Πρόκειται για μια όψιμη ποικιλία που αναζητά ζεστό κλίμα, οπως αυτό της Θεσσαλίας. Δίνει κομψά κρασιά με μέτριας έντασης χρώμα, μέτρια προς υψηλή οξυτήτα, σχετικά υψηλό αλκοολικό βαθμό και αρώματα κόκκινω φρούτων, βοτάνων και μπαχαρικών. Αν και οι δυνατότητες παλαίωσης εξερευνώνται ακόμα, ωστόσο η ποικιλία δείχνει να εξελίσσετε καλά στον χρόνο.

Κυδωνίτσα

Η Κυδωνίτσα είναι μια λευκή ποικιλία που καλλιεργείται κυρίως στην περιοχή της Λακωνίας. Αν και ‘ξεχασμένη’ μέχρι πριν λίγα χρόνια βγαίνει δυναμικά στο οινικό προσκήνιο, παράγοντας ευχάριστα κρασιά με αρώματα φρούτων, με χαρακτηριστικό αυτό του κυδωνιού (στο οποίο αφείλεται και το όνομα της ποικιλίας – κυδωνίτσα), μέτρια οξύτητα και μέτριο αλκοόλ.

Συμμετέχει στην παραγωγή των γλυκών κρασιών ΠΟΠ Μονεμβασία-Malvasia.

Λιάτικο

Το Λιάτικο είναι μια αρχαία, ερυθρή ποικιλία που καλλιεργείται σε όλη την Κρήτη και σποραδικά στην Εύβοια και στην Λευκάδα. Το όνομα της ποικιλίας πιστεύεται ότι προέρχεται από τον μήνα Ιούλιο και την ιδιότητα της ποικιλίας να ωριμάζει πρώιμα, ακόμα και στο τέλος Ιουλίου τις ζεστές χρονιές.

Το Λιάτικο χρησιμοποιείται τόσο για ξηρά όσο και για γλυκά κρασιά. Τα ξηρά κρασιά έχουν απαλό χρώμα, σχετικά υψηλό αλκοόλ, μέτριο επίπεδο τανινών και αρώματα ώριμων κόκκινων φρούτων και γλυκών μπαχαρικών που εξελίσσονται σε αρώματα αποξηραμένων φρούτων και βοτάνων και δυνατότητα παλαίωσης. Τα γλυκά κρασιά που προέρχονται από λιασμένα σταφύλια εμφανίζουν κεραμιδί χρώμα, πολύπλοκα αρώματα αποξηραμένων φρούτων, σταφίδας, δέρματος, καραμέλας και βοτάνων και έχουν μεγάλη δυνατότητα παλαίωσης.

Το Λιάτικο δίνει τα ερυθρά ξηρά και γλυκά κρασιά Π.Ο.Π. Δαφνές, τα ερυθρά γλυκά Π.Ο.Π. Σητεία, συμμετέχει στα ερυθρά ξηρά Π.Ο.Π Σητεία μαζί με την Μανδηλαριά, και στα γλυκά λευκά Π.Ο.Π. Malvasia-Σητείας και Π.Ο.Π. Malvasia Χάνδακας-Candia.

Λαγόρθι

Το Λαγόρθι είναι μια λευκή ποικιλία που καλλιεργείται στην περιοχή της Αιγιαλείας, στον νομό Αχαίας και ιδιαίτερα στα Καλάβρυτα. Ο τρύγος γίνετε συνήθως στα μέσα του Σεπτέμβρη.

Πρόκειται για ποικιλία με χαμηλό αλκοολικό βαθμό που δεν ξεπερνάει εύκολα τους 11,5% αλκοολικούς βαθμούς. Παράγει κρασιά με έντονα αρώματα φρούτων, κυρίως εσπεριδοειδών, λουλουδιών αλλά και φυτικά, με σχετικά υψηλή οξύτητα και ελαφρύ σώμα.

Μαλαγουζιά

Η Μαλαγουζιά είναι το καλύτερο παράδειγμα για να αποδείξει κανείς την σπουδαιότητα-αναγκαιότητα της αναβίωσης και της ανάδειξης ξεχασμένων Ελληνικών ποικιλιών. Ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου ήταν ο πρώτος παραγωγός που άρχισε να πειραματίζεται με την σχεδόν εξαφανισμένη Μαλαγουζιά την δεκαετία το ’90, στον αμπελώνα αλλά και στο οινοποιείο αναγνωρίζοντας τις δυνατότητες της. Η καταγωγή της φαίνεται να είναι από την Αιτωλοακαρνανία. Τα τελευταία χρόνια όμως καλλιεργείται σε πολλές περιοχές όπως η Αττική, η Εύβοια, η Πελοπόννησος και σε όλη την βόρεια Ελλάδα, έχοντας κερδίσει την προτίμηση τόσο των Ελλήνων όσο και των ξένων καταναλωτών.

Πρόκειται για μια ποικιλία με έντονο αρωματικό χαρακτήρα που θυμίζει εξωτικά φρούτα, εσπεριδοειδή, αρώματα λουλουδιών, πράσινη πιπεριά και βότανα. Παρουσιάζει μέτρια οξύτητα, υψηλό αλκοολικό βαθμό γεμάτο σώμα και εμφανίζει πολύ καλή συνέργια με την δρύ. Τα κρασιά μπορούν να παλαιώσουν για 4-5 χρόνια. Εκτός από τα ξηρά μονοποικιλιακά απο Μαλαγουζιά και τα χαρμάνια με άλλες ποικιλίες αξιόλογα είναι και τα γλυκά κρασιά από αυτή την ποικιλία.

Μανδηλαριά

Η Μανδηλαριά είναι μια ερυθρή ποικιλία που καλλιεργείται σε όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου πελάγους με τις περισσότερες εκτάσεις να βρίσκονται στην Κρήτη. Την συναντάμε με πολλά ονόματα στις διάφορες περιοχές, όπως Μαντηλάρι στην Κρήτη, Αμοργιανό στην Πάρο και Μαύρη Κουντούρα στην Εύβοια.

Πρόκειται για ποικιλία με έντονο χρώμα (συχνά καλείται και Bάφτρα), μέτρια οξύτητα, υψηλό επίπεδο τανινών που πολλές φορές χαρακτηρίζονται και ως ‘τραχιές’, σχετικά χαμηλό αλκοόλ και μέτριας έντασης αρώματα που θυμίζουν αρώματα μαύρων φρούτων, δέρματος και μπαχαρικών. Τα κρασιά που παράγονται από 100% Μανδηλαριά χρειάζονται χρόνο για να ‘μαλακώσουν’ οι τανίνες τους.

Στην Κρήτη τις περισσότερες φορές συναντάμε το Μανδηλάρι σε χαρμάνι με το Κοτσιφάλι για να ενισχυθούν τα αρώματα και το αλκοόλ και να μετριαστούν οι τανίνες του, στην Πάρο αναμιγνύεται με την λευκή ποικιλία Μονεμβασιά και στην Ρόδο με διεθνείς ερυθρές ποικιλίες. Στην Σαντορίνη χρησιμοποιείται για την παραγωγή γλυκών λιαστών ερυθρών κρασιών.

Η Μανδηλαριά συμμετέχει στα ερυθρά ξηρά κρασιά Π.Ο.Π. Πεζά, Π.Ο.Π. Χάνδακας-Candia και Π.Ο.Π. Αρχάνες μαζί με το Κοτσιφάλι και στα Π.Ο.Π. Σητεία μαζί με το Λιάτικο, τα ροζέ και ερυθρά Π.Ο.Π. Ρόδο μαζί με το Μαυροθήρικο (αν και τα περισσότερα Π.Ο.Π. Ρόδος παράγονται από 100% Μανδηλαριά) και στα ερυθρά ξηρά Π.Ο.Π. Πάρος μαζί με την λευκή ποικιλία Μονεμβασιά.