ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΣΤΑΦΥΛΙΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ: ΜΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΡΕΥΝΑ
Gianni Trioli a, David Zambrana b, Lola Mainar Toledo b, Angela Sacchi c, Chiara Corbo c, Marco Trevisan d
a Vinidea, Ponte dell’Olio (I) ; b Fundacion CIRCE, University of Zaragoza (E); c Aeiforia, Piacenza (I); d Università Cattolica del Sacro Cuore, Piacenza (I)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Συγκριτικά με την οικονομική και κοινωνική θέση του, ο αμπελοοινικός τομέας έχει περιορισμένη επίδραση στο περιβάλλον αλλά παρ ‘όλα αυτά θεωρείται από τους κλάδους με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον σε θέματα βιωσιμότητας.
Διαφορετικές μέθοδοι για την εκτίμηση του αποτυπώματος άνθρακα κατά τη διαδικασία παραγωγής οίνου αναπτύχθηκαν1,2 και χρησιμοποιήθηκαν για την αξιολόγηση της επίδρασής της στις κλιματικές αλλαγές. Σε παγκόσμια κλίμακα, ο αμπελοοινικός τομέας είναι υπεύθυνος για περίπου 0,3% των ετήσιων παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από ανθρώπινες δραστηριότητες3. Αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 2% της συμβολής στον γεωργικό τομέα, ο οποίος εκτιμάται στο 14% του συνολικού4.
Ομοίως, το αποτύπωμα νερού κατά την παραγωγή οίνων αξιολογήθηκε σε διάφορες διαδικασίες και η κατανάλωση νερού της βρύσης εκτιμάται ότι κυμαίνεται μεταξύ 0,5 και 20 λίτρα ανά λίτρο οίνου5.
Παρά το γεγονός ότι προς το παρόν ότι δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες διαθέσιμες για τις συνολικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις των διαφόρων συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία της αμπελοκαλλιέργειας και της οινοποίησης, το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ECO–PROWINE έχει στόχο την ποσοτικοποίηση των εισροών που πραγματικά χρησιμοποιούνται από τα οινοποιεία στην Ευρώπη και την εκτίμηση των συνολικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων της κάθε εισροής χρησιμοποιώντας δείκτες που μπορούν εκτιμήσουν την επίδραση κάθε συντελεστή παραγωγής στον αέρα, το νερό και τους εδαφικούς πόρους.
ΣΥΛΛΟΓΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ
Η μελέτη ξεκίνησε με τη συλλογή πραγματικών δεδομένων για τη χρήση των συντελεστών παραγωγής/εισροών από τα οινοποιεία στην Ευρώπη. Μια ομάδα πιλοτικών οινοποιείο συγκροτήθηκε μετά από αποστολή, μέσω e–mail, μιας πρόσκλησης σε μια μεγάλη βάση δεδομένων οινοποιείων και ανθρώπων που ασχολούνται με τον οινικό τομές. Ογδόντα εννέα οινοποιεία απαντήσανε σε ένα ερωτηματολόγιο για τις ποσότητες και το αντίστοιχο κόστος διαφόρων συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια ενός έτους. Η λίστα των συντελεστών παραγωγής που εξετάζονται στα ερωτηματολόγια περιλαμβάνει καύσιμα, λιπάσματα, φυτοφάρμακα που χρησιμοποιήθηκαν στο αμπέλι, πρόσθετα και βοηθητικά μέσα επεξεργασίας που χρησιμοποιούνται κατά την οινοποίηση, το νερό της βρύσης, την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνεται στο οινοποιείο και τα υλικά συσκευασίας.
Οι ερωτηθέντες ανέκτησαν τα ζητούμενα δεδομένα από λογαριασμούς, τιμολόγια και από διάφορα έγγραφα που εκδόθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Άλλα ερωτήματα σχετικά με το μέγεθος του οινοποιείου και των μεθόδων οινοποίησης που χρησιμοποιήθηκαν, που περιλαμβάνονται στο ερωτηματολόγιο, βοήθησαν στην διευκρίνιση των δεδομένων και στη συσχέτιση των συντελεστών παραγωγής ανά λίτρο παραγόμενου οίνου.
Τα πιλοτικά οινοποιεία που παρείχαν τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτή τη μελέτη βρίσκονται σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, όπως φαίνεται στο Σχ. 1. Τα περισσότερα ήταν οινοποιεία που βρίσκονται στην Ισπανία και την Ιταλία (25% σε κάθε χώρα), ακολουθούμενες από την Αυστρία, την Ελλάδα, την Πορτογαλία (άνω του 10%). Η Γαλλία, η Γερμανία, η Βουλγαρία και η Ελβετία επίσης αντιπροσωπεύονται στην έρευνα.
Μεταξύ των πιλοτικών οινοποιείων που συμμετείχαν περιλαμβάνονται οικογενειακά κτήματα αλλά και οινοποιεία εταιρειών, με έκταση αμπελώνων μεταβλητού μεγέθους (26% του δείγματος διαθέτουν λιγότερα από 5 εκτάρια, 32% 6-20 εκτάρια, 19% 21 έως 50 εκτάρια αμπελώνων και 16% 51-100 ha) τα οποία παράγουν φιάλες κρασιών των 750 ml ετησίως είτε λιγότερες από 30.000 (41%), είτε μεταξύ 30.000 και 300.000 (33%) ή πάνω από 300.000 (26%). Περίπου 5% του δείγματος των πιλοτικών οινοποιείων αντιπροσωπεύεται από τα άκρα: περισσότερες από 3.000.000 φιάλες ετησίως και λιγότερες από 3.000 ετησίως.
Συνολικά, το δείγμα έχει μια καλή αντιπροσωπευτικότητα της μεταβλητής δομής των οινοπαραγωγών στην Ευρώπη.
ΠΟΣΟΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΑ ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΑ
Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από τα οινοποιεία επεξεργάστηκαν με σκοπό να εκφραστούν σε μονάδες ανά λίτρο οίνου.
Στην περίπτωση των συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται στον αμπελώνα, οι δηλωθείσες ποσότητες διαχωρίστηκαν σύμφωνα με τον όγκο του οίνου που προέρχεται από τους ιδιόκτητους αμπελώνες. Για τις εισροές που σχετίζονται με την οινοποίηση, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρικής ενέργειας και της κατανάλωσης νερού της βρύσης, η αναγωγή ανά λίτρο υπολογίστηκε βάση του συνολικού όγκου του κρασιού που παρήχθη από το οινοποιείο, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τα αγορασμένα σταφύλια όσο και το αγορασμένο κρασί. Στην περίπτωση των υλικών συσκευασίας, οι ποσότητες διαχωρίστηκαν σύμφωνα με τον όγκο των εμφιαλωμένων οίνων σε γυάλινες φιάλες και εξαιρέθηκαν τα προϊόντα που πωλούνται χύμα ή με εναλλακτικές συσκευασίες.
Τα συνολικά δεδομένα των πιλοτικών ευρωπαϊκών οινοποιείων φαίνονται στον Πιν. 1, ο οποίος αναφέρει τη μέση ποσότητα και την τυπική απόκλιση για κάθε παράμετρο. Ορισμένες παράμετροι ομαδοποιήθηκαν προκειμένου να έχουν περισσότερο νόημα: όπως στην περίπτωση των ανόργανων λιπασμάτων (όπου συμπεριλαμβάνονται το Ν, αλλά και το Κ, ο Ρ και άλλα λιπάσματα), των φυτοφαρμάκων (όπου συμπεριλαμβάνονται τα μυκητοκτόνα, εντομοκτόνα και ζιζανιοκτόνα), πρωτεϊνικά βοηθητικά μέσα επεξεργασίας (ζελατίνη, αλβουμίνη, καζεΐνη, κλπ) και μεταλλικά καψύλια (ανεξάρτητα από το κράμα μετάλλου που τα συνθέτουν).
Τα δεδομένα των συντελεστών παραγωγής δείχνουν μεγάλη μεταβλητότητα, μεταξύ αυτών και μεταξύ των οινοποιείων.
Μερικές εισροές χρησιμοποιούνται κατά μέσο όρο σε χαμηλή ποσότητα ανά λίτρο (όπως το διοξείδιο του θείου, οι ζύμες και γενικά τα πρόσθετα και τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας) ενώ άλλες σε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες, όπως για παράδειγμα οι γυάλινες φιάλες, το χαρτόνι, το θείο που χρησιμοποιείται κατά την καλλιέργεια του αμπελώνα και τα οργανικά λιπάσματα.
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ
Ένας από τους στόχους αυτής της μελέτης ήταν να αξιολογηθεί η σχετική επίδραση των διαφόρων αναλωσίμων των οινοποιείων στο περιβάλλον. Για το λόγο αυτό, οι ποσότητες πολλαπλασιάζονται με συντελεστές που προέρχονται από διεθνείς βάσεις δεδομένων5 προκειμένου να επιτευχθούν οι δείκτες που σχετίζονται με τις διάφορες κατηγορίες περιβαλλοντικών επιπτώσεων και οι οποίοι παρουσιάζονται στο Σχ. 2. Ο διαχωρισμός αυτών των δεικτών για μια συγκεκριμένη κατηγορία επιπτώσεων επιτρέπει την εξομάλυνση των δεδομένων6. Οι καθαροί αριθμοί επομένως που ελήφθησαν, πρώτα ομαδοποιήθηκαν σε δείκτες για τους τρεις πόρους (αέρας, νερό, έδαφος) και στη συνέχεια συγχωνεύθηκαν σε έναν συνολικό δείκτη. Η ομαδοποίηση των δεικτών πραγματοποιήθηκε μέσω συντελεστών στάθμισης που απορρέουν από προηγούμενη εμπειρία ακαδημαϊκών ερευνητών αλλά και σύμφωνα με τη λογική.
Η εφαρμογή ενός αλγορίθμου επιτρέπει να εκφραστεί μια ποσότητα ενός συντελεστή παραγωγής, για παράδειγμα τα λίτρα του καυσίμου που χρησιμοποιούνται σε χρονικό διάστημα ενός έτους στους αμπελώνες, σε μια τιμή των συνολικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, χωρίς μονάδες και επομένως μπορεί να συγκριθεί με τους δείκτες που λαμβάνονται για άλλους συντελεστές παραγωγής από το ίδιο οινοποιείο. Έτσι, μπορούμε να συγκρίνουμε την επίδραση των διαφόρων εισροών του οινοποιείου και να αξιολογήσουμε τις συνολικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις ενός οινοποιείου, σε σύγκριση με τους δείκτες αναφοράς που διαμορφώθηκαν από την ευρωπαϊκή βάση δεδομένων που ελήφθη από τα ερωτηματολόγια.
ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
Οι δείκτες των πόρων (αέρας/νερό/έδαφος) υπολογίστηκαν με βάση το μέσο όρο της χρήσης των διαφόρων εισροών στο δείγμα των Ευρωπαϊκών πιλοτικών οινοποιείων όπως παρουσιάζονται στην εικ. 3. Οι δείκτες αυτοί, οι οποίοι συγχωνεύθηκαν με τη βοήθεια συντελεστών στάθμισης (0,65 / 0,2 / 0,15 αντίστοιχα για αέρα/νερό/έδαφος), διαμορφώνουν τον παγκόσμιο περιβαλλοντικό δείκτη που φαίνεται στο σχήμα. 4.
Τα γραφήματα επιτρέπουν την αξιολόγηση των σχετικών επιδράσεων κάθε αναλώσιμου στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Φαίνεται ξεκάθαρα ότι μόνο ένας περιορισμένος αριθμός των συντελεστών παραγωγής κρασιού μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον: τα καύσιμα, το ηλεκτρικό ρεύμα, τα ανόργανα λιπάσματα, τα φυτοφάρμακα, ο χαλκός, οι γυάλινες φιάλες, τα πώματα φελλού, τα μεταλλικά καψύλλια και τα κουτιά από χαρτόνι.
Αν χρησιμοποιούνται για των μεγαλύτερο όγκο των κρασιών που παράγονται σε ένα οινοποιείο, τα δρύινα βαρέλια μπορεί να έχουν και αυτά κάποια επίδραση, αν και συνήθως δεν επηρεάζουν τον παγκόσμιo δείκτη. Άλλα αναλώσιμα, όπως το νερό της βρύσης, τα οργανικά λιπάσματα, το θείο που ψεκάζεται στο αμπέλι, όλα τα πρόσθετα και βοηθητικά μέσα επεξεργασίας που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή κρασιού, απορρυπαντικά, τα πλαστικά και μεταλλικά καψύλλια και τα απόβλητα (τα ανακυκλώσιμα πλαστικά είναι τα πιο σημαντικά) δεν έχουν ιδιαίτερες επιπτώσεις στο περιβάλλον, ακόμη και όταν χρησιμοποιούνται σε μεγάλες ποσότητες.
Τα ανόργανα λιπάσματα, επηρεάζουν ελάχιστα το περιβάλλον: παρ’ όλα αυτά, η πολύ μεγάλη διακύμανση των ποσοτήτων που χρησιμοποιούνται στους αμπελώνες της ΕΕ δείχνουν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να θεωρηθούν ως μία σημαντική εισροή.
Τα πώματα φελλού, δεν έχουν καμία επίπτωση στον αέρα (πολύ χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα), ενώ η επίδρασή τους στην κατανάλωση νερού και την τοξικότητα των θαλασσών βρέθηκε στη βιβλιογραφία ότι είναι αρκετά υψηλή. Συμπερασματικά, ο μέσος παγκόσμιος δείκτης φτάνει σε σημαντικές τιμές, λόγω επίσης και της πολύ μεγαλύτερης χρήσης αυτού του τύπου κλεισίματος των φιαλών από τα πιλοτικά οινοποιεία.
Η χρήση των φυτοφαρμάκων παρουσιάζει σημαντικές διαφορές μεταξύ των οινοποιείων. Κατά μέσο όρο, η χρήση τους έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, αλλά συγκρίσιμη με εκείνη που προκαλείται από το χαλκό που είναι λιγότερο ρυπογόνος, αλλά χρησιμοποιείται σε μεγαλύτερες ποσότητες.
Οι πηγές ενέργειας, κυρίως τα καύσιμα για την καλλιέργεια του αμπελιού και η ηλεκτρική ενέργεια στο οινοποιείο, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά τους δείκτες που σχετίζονται με το νερό.
Οι δύο συντελεστές παραγωγής που έχουν τις σημαντικότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον είναι οι γυάλινες φιάλες και τα κουτιά από χαρτόνι. Για κάθε λίτρο κρασί, χρησιμοποιούνται κατά μέσο όρο περισσότερα από 650 γραμμάρια γυαλιού από τα οινοποιεία. Ακόμη και αν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις του γυαλιού δεν είναι μεταξύ των πιο υψηλών, η μεγάλη ποσότητα αυτού που χρησιμοποιείται καθιστά τον συνολικό δείκτη που του αντιστοιχεί αρκετά υψηλό.
Ομοίως, το βάρος των κουτιών συσκευασίας ανά λίτρο κρασιού είναι άνω των 50 γραμμαρίων στα πιλοτικά οινοποιεία και η μεγάλη επίδραση αυτού του υλικού στο νερό καθιστά τον τελικό δείκτη μεταξύ των υψηλότερων για τα οινοποιεία.
ΠΙΟ ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΕΙΦΟΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΑ
Μείωση του βάρους των γυάλινων φιαλών
Η μείωση του μέσου βάρους των γυάλινων φιαλών δείχνει να είναι ο πλέον κατάλληλος τρόπος για τη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Τεχνικά, φαίνεται σαν μια σχετικά απλή υπόθεση, καθώς είναι ήδη διαθέσιμες στην αγορά γυάλινες φιάλες μειωμένου βάρους (π.χ. φιάλες τύπου Μπορντό των 360 g αντί των παραδοσιακών 410 g), που εγγυώνται το ίδιο αποτέλεσμα. Στην πραγματικότητα όμως, το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι το μάρκετινγκ, καθώς σύμφωνα με μια ευρέως αποδεκτή άποψη, οι καταναλωτές τείνουν να συνδέουν την ποιότητα των οίνων – και κατά συνέπεια τη δυνητική αξία τους – με το βάρος των φιαλών. Στην πραγματικότητα, η αντίληψη του βάρους των φιαλών από τους καταναλωτές δεν είναι εμφανής κατά την αγορά των οίνων και πλέον έχει ξεκινήσει ζήτηση για ελαφρύτερα μπουκάλια. Ένα άλλο σημαντικό εμπόδιο είναι η δομή της παραγωγής γυάλινων μπουκαλιών στην Ευρώπη, η οποία χαρακτηρίζεται από περιορισμένο αριθμό εμπόρων και περιορισμένη διαθεσιμότητα των φιαλών σε απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές, γεγονός που θα μπορούσε να αποθαρρύνει την αλλαγή του τύπου φιάλης από τους μικρούς παραγωγούς.
Μείωση του βάρους των χαρτοκιβωτίων
Τα κιβώτια των κρασιών και τα ένθετα τους έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο περιβάλλον. Στην Ευρώπη, υπάρχουν οινοποιεία που χρησιμοποιούν χαρτοκιβώτια που αντιστοιχούν σε λιγότερο από 10g χαρτόνι ανά μπουκάλι κρασί αλλά και οινοποιεία που συσκευάζουν το κρασί τους χρησιμοποιώντας περισσότερα από 120g χαρτιού ανά φιάλη. Η μηχανική αντοχή των κιβωτίων είναι δευτερευούσης σημασίας, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του βάρους των κιβωτίων που συσκευάζονται σε μια παλέτα υποστηρίζεται από τα ίδια τα μπουκάλια. Έτσι, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η επιλογή του τύπου και του βάρους των κιβωτίων φαίνεται να εξαρτάται ουσιαστικά από λόγους μάρκετινγκ, παρά το γεγονός ότι στα κύρια συστήματα διανομής (π.χ. σούπερ μάρκετ, HoReCa) το κιβώτιο των κρασιών δεν φαίνεται από τον τελικό καταναλωτή και σε σύντομο χρονικό διάστημα απλά καθίσταται απόβλητο.
Εξοικονόμηση ενέργειας
Διάφορες μελέτες προτείνουν διαφορετικές στρατηγικές για τη μείωση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας σε ένα οινοποιείο.
Το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας που χρησιμοποιείται στο οινοποιείο σχετίζεται με τον έλεγχο της θερμοκρασίας των σταφυλιών και του γλεύκους κατά τον τρύγο, των ζυμώσεων και των κρασιών κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης και της τρυγικής σταθεροποίησης τους πριν την εμφιάλωση. Η αποφυγή της συγκομιδής των σταφυλιών κατά τις πιο ζεστές ώρες της ημέρας, η χρήση μονωμένων δεξαμενών οινοποίησης, η πραγματοποίηση τρυγικής σταθεροποίηση με τη χρήση προσθέτων και όχι ψύξης κλπ είναι κάποιες από τις πρακτικές οινοποίησης που μπορεί να βοηθήσουν στην εξοικονόμηση ενέργειας κατά την παραγωγή οίνων.
Μείωση της χρήσης καυσίμων στον αμπελώνα
Τα καύσιμα ουσιαστικά συνδέονται με την απόσταση που διανύεται από τα τρακτέρ και άλλου εξοπλισμού για την καλλιέργεια των αμπελώνων και εξαρτάται από τον αριθμό των εφαρμογών φυτοφαρμάκων και της διαχείρισης του εδάφους και του φυλλώματος που εφαρμόζονται σε κάθε αμπελώνα. Όταν πραγματοποιούνται και συνδυάζονται πολλές εργασίες ταυτόχρονα (για παράδειγμα φρεζάρισμα σε συνδυασμό με ψεκασμό φυτοφαρμάκων) μπορεί να επιτευχθεί μείωση των επιπτώσεων στο περιβάλλον. Επίσης, η βελτίωση της οργάνωσης των εργασιών του οινοποιείου που δίνει τη δυνατότητα να περιοριστούν όσο το δυνατόν περισσότερο οι μετακινήσεις μεταξύ απομακρυσμένων μερών του ιδίου αμπελώνα, μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην κατανάλωση καυσίμων, καθώς και το κόστος της εργασίας.
ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΩΝ
Ένα σημαντικό πλεονέκτημα της αξιολόγησης που χρησιμοποιείται στο ECO–PROWINE, είναι η δυνατότητα να αναλύει την κατάσταση κάθε οινοποιείου και να αναγνωρίζει σε κάθε περίπτωση τους τομείς που πρέπει να υπάρξει βελτίωση κατά προτεραιότητα.
Αρχικά, ο υπολογισμός ενός συνολικού δείκτη επιτρέπει τη σύγκριση των περιβαλλοντικών επιδόσεων των διαφόρων οινοποιείων. Στο Σχ. 5 φαίνεται για παράδειγμα ο συνολικός δείκτης όπως αυτός διαμορφώθηκε για τα 21 πιλοτικά οινοποιεία από την Ιταλία που συμμετέχουν στο έργο ECO–PROWINE. Οι μωβ στήλες αφορούν τα οινοποιεία που το σύνολο της παραγωγικής διαδικασίας γίνεται αυτόνομα (ιδιόκτητοι αμπελώνες, οινοποίηση, και συσκευασία), ενώ οι φωτεινές μπλε στήλες αντιστοιχούν σε οινοποιεία που παράγουν μόνο τα σταφύλια ή πωλούν χύμα κρασί, χρησιμοποιώντας έτσι λιγότερους συντελεστές παραγωγής και κατά συνέπεια έχουν χαμηλότερες τιμές του συνολικού δείκτη.
Οι δείκτες των οινοποιείων μπορούν να συγκριθούν με τις σκούρες μπλε στήλες στο αριστερό μέρος του σχεδιαγράμματος που αντιπροσωπεύουν τις μέσες τιμές των ευρωπαϊκών και ιταλικών οινοποιείων αναφοράς, αντίστοιχα.
Στο γράφημα φαίνεται η μεγάλη μεταβλητότητα μεταξύ των οινοποιείων, ακόμη και μεταξύ αυτών που δεν παρεμβάλλεται κανείς εξωγενής παράγοντας στην διαδικασία της οινοπαραγωγής: ορισμένα οινοποιεία έχουν πολύ χαμηλές επιπτώσεις στο περιβάλλον (όπως το οινοποιείο Ζ) ενώ άλλα έχουν ως και διπλάσια τιμή των περιβαλλοντικών δεικτών σε σχέση με τους δείκτες αναφοράς (οινοποιείο Μ).
Ένα άλλο ενδιαφέρον συμπέρασμα είναι πως το μέγεθος του οινοποιείου δεν συνδέεται ανάλογα με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Το οινοποιείο Z, που έχει την καλύτερη απόδοση, καλλιεργεί 25 εκτάρια αμπελώνα, παράγει 1330 εκατόλιτρα οίνου και εμφιαλώνει 250.000 φιάλες κρασιού των 750 ml. Το οινοποιείο Μ, με τις μεγαλύτερες επιπτώσεις στο περιβάλλον, έχει μόνο 11 εκτάρια αμπελώνα, παράγει 150 εκατόλιτρα κρασιού και εμφιαλώνει 9.000 φιάλες. Μεγαλύτερα οινοποιεία (όπως το οινοποιείο V με 45 εκτάρια, αλλά με παραγωγή 10.800 εκατόλιτρων οίνου και εμφιάλωση περίπου 1,5 εκατομμυρίου φιαλών) μπορεί να έχουν καλές επιδόσεις και στην περίπτωση του οινοποιείου Μ, αυτό είναι πολύ κοντά στο μέσο όρο της ΕΕ.
Η μέθοδος αξιολόγησης που χρησιμοποιείται από το έργο ECO–PROWINE του επιτρέπει επίσης στο να επικεντρωθεί σε μεμονωμένα οινοποιεία ώστε να προσδιοριστούν οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και να προτείνει τις βελτιώσεις που πρέπει να γίνουν κατά προτεραιότητα.
Ένα παράδειγμα φαίνεται στο Σχ. 6, όπου αναφέρεται η συμβολή των διαφόρων συντελεστών παραγωγής σε τρία οινοποιεία. Τα δεδομένα παρουσιάζονται σε σύγκριση με το μέσο όρο της βάσης δεδομένων της ΕΕ.
Το οινοποιείο Ζ έχει φτάσει σε πολύ χαμηλές επιπτώσεις στο περιβάλλον χρησιμοποιώντας χάρτινα κουτιά συσκευασίας χαμηλού βάρους και γυάλινες φιάλες με βάρος κάτω από το μέσο όρο. Επίσης, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας είναι σε πολύ καλά επίπεδα. Μερικές περαιτέρω βελτιώσεις είναι ακόμη δυνατές, όσον αφορά την κατανάλωση καυσίμων και την προσθήκη ανόργανων λιπασμάτων.
Το οινοποιείο V πλησιάζει το μέσο όρο των τιμών για τους περισσότερους συντελεστές παραγωγής. Σημαντική μείωση των περιβαλλοντικών δεικτών μπορεί να επιτευχθεί με τη βελτιστοποίηση του είδος των κιβωτίων που χρησιμοποιούνται.
Το οινοποιείο Μ είναι μια μικρή, οικογενειακή επιχείρηση. Η υψηλή τιμή του συνολικού δείκτη είναι το αποτέλεσμα της χρήσης των πηγών ενέργειας (καύσιμα και ηλεκτρική ενέργεια), πάνω από το μέσο όρο και του χαλκού κατά την αμπελοκαλλιέργεια σε ποσότητες μεγαλύτερες σε σχέση με άλλα οινοποιεία. Παρόλα αυτά, οι κύριες επιπτώσεις στο περιβάλλον είναι πιθανόν να οφείλονται στη χρήση γυάλινων φιαλών μεγάλου βάρους και χοντρού χαρτονιού κατά τη συσκευασία, έτσι κάποιες αλλαγές όσον αφορά τις επιλογές συσκευασίας μπορούν γρήγορα και ανέξοδα να φέρουν στο οινοποιείο πολύ χαμηλότερες τιμές των δεικτών, χωρίς να επηρεάζουν τη διαδικασία παραγωγής.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΕΙΦΟΡΙΑ
Ένα από τα βασικά θέματα του κλάδου της οινοπαραγωγής είναι η θετική συσχέτιση μεταξύ του επιπέδου της αειφορίας και του κόστους παραγωγής.
Από την ανάλυσή μας για τις εισροές στην παραγωγή κρασιού, προκύπτει ότι οι δράσεις που οδηγούν στις πιο σημαντικές βελτιώσεις στο επίπεδο της αειφορίας ενός οινοποιείου συμπίπτουν με την πιο αποτελεσματική μείωση του κόστους για τα αναλώσιμα παραγωγής.
Τα πιλοτικές οινοποιεία παρείχαν επίσης δεδομένα σχετικά με το κόστος των διαφόρων συντελεστών παραγωγής, που προέρχονταν από λογαριασμούς και τιμολόγια κατά την περίοδο αναφοράς. Το Σχ. 7 αναπαριστά τη σχετική επίπτωση των εξεταζόμενων αναλώσιμων στο κόστος παραγωγής ανά φιάλη. Μπορεί να παρατηρηθεί ότι – εκτός από την παλαίωση σε δρύινα βαρέλια στην οποία υπόκειται σχετικά μικρό μέρος του οίνου που παράγεται – η πλειοψηφία των αναλώσιμων που αυξάνει το κόστος για το κρασί, σχετίζεται με τα υλικά συσκευασίας. Κατά μέσο όρο, στους οίνους χωρίς παλαίωση σε βαρέλια, οι γυάλινες φιάλες αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 50% του κόστους παραγωγής ενώ τα πώματα, τα καψύλλια και τα χαρτοκιβώτια συνθέτουν ένα επιπλέον 30%.
Οι συντελεστές παραγωγής/εισροές που χρησιμοποιούνται στον αμπελώνα (καύσιμα, λιπάσματα, φυτοφάρμακα) αντιπροσωπεύουν μαζί λιγότερο από το 15% του κόστους των αναλώσιμων. Η ηλεκτρική ενέργεια αντιπροσωπεύει κατά μέσο όρο περίπου το 7%. Τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας και οινοποίησης, οι ξηρές ζύμες και τα θρεπτικά συστατικά, συνολικά δεν φθάνουν το 2% των συνολικών δαπανών για τα αναλώσιμα.
Ένα θετικό συμπέρασμα που προκύπτει από αυτά τα δεδομένα είναι ότι οι πιο κοινές και αποτελεσματικές δράσεις για την αύξηση του επιπέδου αειφορίας ενός οινοποιείου (μείωση γυαλιού και χαρτοκιβωτίων, εξοικονόμηση καυσίμων και ηλεκτρικής ενέργειας) είναι επίσης αυτές που επιτρέπουν την πιο σημαντική μείωση του κόστους για την αγορά αναλώσιμων.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Τα δεδομένα που προέρχονται από ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα οινοποιείων στην Ευρώπη έχουν τη δυνατότητα να αναλύουν, με μια νέα προοπτική, την πραγματική χρήση των συντελεστών παραγωγής και να αυξήσει τα σχετικά συμπεράσματα για τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον και στο κόστος παραγωγής. Μέσα από μια προσέγγιση αειφορίας, η υιοθέτηση δεικτών επέτρεψε τη συνολική εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των διαφόρων συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται από τα οινοποιεία και τον εντοπισμό των υπευθύνων για τις μεγαλύτερες επιπτώσεις. Κατά μέσο όρο και με φθίνουσα σειρά αυτά είναι: οι γυάλινες φιάλες, τα χαρτοκιβώτια, τα καύσιμα, το ηλεκτρικό ρεύμα, τα πώματα, τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα.
Για κάθε συντελεστή παραγωγής ξεχωριστά, η μεταβλητότητα μεταξύ των οινοποιείων της ποσότητας που χρησιμοποιείται είναι εξαιρετικά υψηλή, γεγονός που υποδηλώνει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το γεγονός ότι οι πιο αποτελεσματικές δράσεις για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων, π.χ. οι αλλαγές του υλικού συσκευασίας, δεν επηρεάζουν σημαντικά την παραγωγική διαδικασία και, κατά συνέπεια και την ποιότητα των οίνων και συνοδεύονται από πιθανή μείωση του κόστους.
Η προσέγγιση επιτρέπει βαθύτερη ανάλυση του κάθε οινοποιείου, την ταυτοποίηση των κρίσιμων σημείων και την ανάπτυξη ενός προσαρμοσμένου σχεδίου βελτίωσης. Επίσης, είναι δυνατόν και να εκτιμηθεί εκ των προτέρων το κόστος/κέρδος των βελτιώσεων.
Το εργαλείο που αναπτύχθηκε από το έργο παρέχει στα οινοποιεία της ΕΕ ένα χρήσιμο εργαλείο που βοηθά στην αξιολόγηση της βιωσιμότητάς τους και το σχεδιασμό των καλύτερων δυνατών βελτιώσεων. Μπορεί να βελτιωθεί περαιτέρω αν συμπεριλάβει στο πεδίο εφαρμογής και άλλα στοιχεία που θα μπορούσαν να επηρεάσουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τη συνολική περιβαλλοντική και οικονομική απόδοση ενός οινοποιείου, όπως: τη φύτευση αμπελιών, τα κτίρια των οινοποιείων, τα μηχανήματα και τον εξοπλισμό, το προσωπικό, το μάρκετινγκ και ενέργειες προώθησης κ.λ.π.
Το έργο χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω του EACI (Executive Agency for Competetiveness and Innovation) στο πλαίσιο του προγράμματος CIP – EcoInnovation (GA ECO / 11/304386)
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1 Bilan Carbone ®ADEME Agence de l’Environnement et de Maitrise de l’Energie, France
2 IWCC, International Wine Carbon Calculator, Provisor Pty Ltd
3 Rugani, B., Vázquez-Rowe, I., Benedetto, G., Benedetto, E., 2013. A comprehensive review of carbon footprint analysis as an extended environmental indicator in the wine sector. J. Clean. Prod. 54, 61-77.
4 Fifth IPCC Assessment Report, 2014
5 Elisa Novelli, Lucrezia Lamastra, Gianni Trioli. Sostenibilità in cantina: la gestione dell’acqua. L’Informatore Agrario 11/2014
5 Ecoinvent, SimaPro 8.0
6 Anneke Wegener Sleeswijka, Lauran F.C.M. van Oersc, Jeroen B. Guinéec, Jaap Struijsd, Mark A.J. Huijbregtsb. Normalisation in product life cycle assessment: An LCA of the global and European economic systems in the year 2000. Science of the total environment 390(2008) 227-240.